Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, της Α.Α.Δ.Ε. και του Ε.Φ.Κ.Α., το συνολικό χρέος του ιδιωτικού τομέα (ιδιώτες  – επιχειρήσεις) ανέρχεται στα 234 δισ. Ευρώ, εκ των οποίων 91,7 δισ. ευρώ αφορά μη εξυπηρετούμενα δάνεια, 106,6 δισ. ευρώ αφορούν οφειλές προς τη φορολογική αρχή και 36,3 δισ. ευρώ οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι:

Θεωρεί κάποιος ότι αυτά δε θα πληρωθούν κάποια στιγμή ή έστω δε θα ζητηθούν, όταν τελειώσει όλη αυτή η ιστορία με την πανδημία covid-19;

Θεωρεί κάποιος ότι οι αναστολές πληρωμών προς τις τράπεζες και τους κρατικούς φορείς θα διαρκέσει εις το διηνεκές;

Η απάντηση είναι ασφαλώς όχι και είναι λανθασμένη εντύπωση για όποιον πιστεύει κάτι τέτοιο. Να θυμίσουμε ότι πρόσφατα ψηφίστηκε ο Ν. 4738/2020 που ονομάστηκε ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ. Με αυτόν λοιπόν πρόκειται να δοθεί οριστική λύση στη διευθέτηση του χρέους και είναι σίγουρο ότι αυτή τη φορά είναι έτοιμοι όλοι οι πιστωτές  να τον εφαρμόσουν στο ακέραιο, με ότι παράπλευρες απώλειες προκύψουν εκατέρωθεν. Αν εφαρμοστεί σωστά και από όλους, θα έχει θετικά αποτελέσματα. Αν όχι, πραγματικά δε θέλω να καταγραφεί τι θα επακολουθήσει.   

Καταρχάς, ο νόμος 4738/2020 για τη Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας αποτελεί ένα σημαντικό μεταρρυθμιστικό εργαλείο για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους της χώρας, αφού για πρώτη φορά υπερέχει έναντι όλων των προηγούμενων νόμων (γνωστοί ως νόμοι Κατσέλη, Δένδια κ.λ.π.) και αφορά τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα. Εισάγει για πρώτη φορά ένα ολοκληρωμένο και αυτοματοποιημένο πλαίσιο αντιμετώπισης του χρέους, αρχικά μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών για φυσικά και νομικά πρόσωπα. Η παροχή ρύθμισης αποφασίζεται από την πλειοψηφία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, και στην περίπτωση που ακολουθηθεί η πρόταση ρύθμισης που προέκυψε, είναι υποχρεωτική η εφαρμογή της από το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς. Η διαδικασία διαρκεί για μέγιστο χρονικό διάστημα 2 μηνών, εντός των οποίων προβλέπεται αναστολή της αναγκαστικής ρευστοποίησης των εξασφαλιστικών στοιχείων του οφειλέτη. Η δυνατότητα αποπληρωμής των οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης παρέχεται σε έως και 240 δόσεις, δηλαδή μέχρι 20 χρόνια, ενώ το χρονικό διάστημα ρύθμισης με τους λοιπούς πιστωτές (χρηματοδοτικούς φορείς κλπ.) καθορίζεται ελεύθερα, με συμφωνία πιστωτών-οφειλέτη.

Ως «πλειοψηφία συμμετεχόντων πιστωτών» νοείται το ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) επί του συνόλου των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων, οι οποίοι συμμετέχουν ως πιστωτές.

Ως «ποσοστό συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο» νοείται το ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) επί του συνόλου των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων που εξασφαλίζονται με υποθήκη, προσημείωση υποθήκης, ενέχυρο ή άλλο ειδικό προνόμιο του άρθρου 976 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι συμμετέχουν ως πιστωτές.

Ακούγεται και είναι εξαιρετική λύση αλλά εδώ μπαίνει ο πρώτος αστερίσκος, το πρώτο ερώτημα, το πρώτο «αν». ΑΝ συμφωνήσουν οι χρηματοπιστωτικοί φορείς.

Είναι γνωστό ότι ένας εκ των βασικών λόγων που απέτυχε ο προηγούμενος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων, ήταν η μη συμμετοχή ή/και η μη συμφωνία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων. Θέλω να πιστεύω ότι αυτή τη φορά δε θα γίνει κάτι ανάλογο και ότι έχει δοθεί το «μήνυμα» για σοβαρή αντιμετώπιση του ζητήματος.

Τη ίδια στιγμή είναι σημαντικό και οι οφειλέτες – ιδιώτες και επιχειρήσεις – να αντιμετωπίσουν με σοβαρότητα και κυρίως με υπευθυνότητα τη νέα κατάσταση που πάει να δημιουργηθεί. Να αφήσουν στην άκρη τους λεονταρισμούς του στυλ «δεν κάνω τίποτα», «δε μπορούν να με πειράξουν», «ας έρθουν να τα πάρουν αν μπορούν» κ.λ.π., γιατί δυστυχώς θα βρεθούν προ σοβαρών εκπλήξεων. Γιατί αυτή τη φορά, με τις δυνατότητες που δίνει ο νέος αυτός νόμος, «θα τα πάρουν»!

Για να επανέλθω λοιπόν στη διαδικασία, στην περίπτωση που το χρέος του οφειλέτη δεν είναι βιώσιμο, δεν επιδέχεται ρύθμισης σύμφωνα με τα γραφόμενα παραπάνω και επομένως δεν είναι δυνατή η επίτευξη αναδιάρθρωσης οφειλών, τότε προβλέπεται από το νόμο η δυνατότητα πτώχευσης, τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων, με ταυτόχρονη απαλλαγή από τα υπόλοιπα των οφειλών τους, αφού προηγουμένως ρευστοποιήσουν την περιουσία τους. Η πτώχευση συνοδεύεται από την παροχή στον οφειλέτη δεύτερης ευκαιρίας, καθώς θα μπορεί να επανέλθει στην οικονομική δραστηριότητα έπειτα από ένα (1) μόλις χρόνο εφόσον ρευστοποιήσουν την περιουσία του ή τρία (3) χρόνια από την κήρυξή της, εφόσον στερείται περιουσίας, σε αντίθεση με παλαιότερους νόμους που όποια επιχείρηση πτώχευε, όλοι οι υπεύθυνοι τίθεντο εκτός επιχειρείν για πολλά χρόνια και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις που δεν επαρκούσε η ακίνητη περιουσία ώστε να καλύψει το σύνολο των χρεών, τα υπόλοιπα τους ακολουθούν μέχρι την εξόφλησή τους, δεσμεύοντας ακόμα και τους κληρονόμους!

Ο νόμος για τη Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας, εκτός των ανωτέρω πλεονεκτημάτων, μεριμνά και για την προστασία του δικαιώματος στέγασης, προβλέποντας κρατική επιδότηση των δανείων πρώτης κατοικίας των ευάλωτων νοικοκυριών για 5 έτη, αλλά και τη σύσταση φορέα που θα αποκτά την πρώτη κατοικία των ευάλωτων οφειλετών που θα πτωχεύουν με την υποχρέωση να τους την επαναμισθώνει.

Μέχρι εδώ πάλι, όλα ή σχεδόν όλα καλά. Ωστόσο και σε αυτήν τη περίπτωση πρέπει να τονιστεί η σημασία της σοβαρής αντιμετώπισης του ζητήματος εκατέρωθεν.

Ο μεν οφειλέτης θα πρέπει να αφήσει στην άκρη τακτικές του στυλ «θα τα μεταβιβάσω όλα σε τρίτους και δε θα μπορούν να τα πάρουν» ή «ας πάρουν ένα ακίνητο, θα βρω τη λύση». Με το νέο νόμο, ρευστοποιούνται τα πάντα. Και όταν λέω τα πάντα εννοώ τα πάντα! Πέρα όλων των υλικών περιουσιακών στοιχείων (ακίνητα, κινητά, καταθέσεις), οι οφειλέτες θα οφείλουν να συνεισφέρουν και με τα εισοδήματα που υπερβαίνουν τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης»!

Οι δε πιστωτές θα πρέπει να αφήσουν στην άκρη τακτικές του στυλ «δε συμμετέχω», δε συμφωνώ» επειδή πολύ απλά έχουν στοχεύσει σε ένα ή περισσότερα μεγάλης αξίας ακίνητα των οφειλετών. Αν παρουσιάζεται μια ρεαλιστική, τεκμηριωμένη και βιώσιμη λύση από την πλευρά των οφειλετών, θα πρέπει να την εξετάζουν με καλή πίστη και θέληση συνεργασίας.

Στο σημείο αυτό να τονιστεί ότι ο οφειλέτης θα έχει τη δυνατότητα χρήσης του θεσμού του Διαπιστευμένου Διαμεσολαβητή για πρώτη φορά, κάτι που μπορεί να εγγυηθεί την ουδετερότητα και την αμεροληψία ως προς τη σωστή τέλεση της διαδικασίας.

Σημαντικό στοιχείο ως προς την αξία των ακινήτων προς ρευστοποίηση ή απομείωσης (κούρεμα) οφειλών, είναι το ότι θα λογίζεται η φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού φόρου και όχι κάποια εμπορική αξία αμφιβόλου προελεύσεως, εκατέρωθεν.

Η υποβολή δε της αίτησης, αναστέλλει τη διαδικασία όλων των λοιπών διαδικασιών, μέτρων είσπραξης κ.λ.π. και συνεχίζεται από το στάδιο στο οποίο ευρισκόταν πριν την αναστολή, κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη, η οποία λαμβάνει χώρα εντός τριάντα (30) ημερών από την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαδικασίας του Εξωδικαστικού.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, πρόκειται για ένα εργαλείο που μπορεί να λύσει οριστικά το θέμα του μη εξυπηρετούμενου χρέους στην Ελλάδα που εκτοξεύτηκε, ειδικότερα κατά την τελευταία δεκαετία. Αυτό σημαίνει ότι οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις θα έχουν ξανά πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα για υγιή χρηματοδότηση και οι τράπεζες θα μπορούν να πετάξουν από πάνω τους τη θηλιά που τις αναγκάζει να διακρατούν ρευστότητα και να μην τη διοχετεύουν στην αγορά, επιτελώντας τον ουσιαστικό ρόλο τους που έχουν χάσει εντελώς από το 2010 και μετά. Αν όμως συνεχίσει η κάθε πλευρά να κοιτάζει προς τρίτη κατεύθυνση με αδιαφορία για τα «θέλω» και τα «μπορώ» της άλλης, τότε θα έχουμε να διαχειριστούμε πολύ δύσκολες καταστάσεις, διότι τονίζω ξανά: υπάρχει οριστική βούληση να λυθεί το θέμα χρέους με ότι αυτό συνεπάγεται.

Μιχάλης Χατζηαντωνίου

Οικονομολόγος – Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής

Γενικός Διευθυντής PRESTIGE GROUP